Από τις αρχές του 20ου αιώνα έως και σήμερα, το γυμνό στη φωτογραφία προσεγγίζεται τόσο διαφορετικά, όσο διαφορετικές είναι και οι ανάγκες του κοινού στο οποίο απευθύνεται. Το γυμνό μπορεί να εξυπηρετεί οικονομικά οφέλη πλασάροντας προϊόντα που σχετίζονται με επίκαιρες τάσεις και την εκάστοτε μόδα. Άλλοτε για χάριν της πορνογραφίας παρουσιάζεται σε συνθήκες που προκαλούν τις αισθήσεις και τα κατώτερα μας ένστικτα. Δεν είναι λίγες και εκείνες οι συγκυρίες, όπου η φωτογραφία ανέδειξε το γυμνό σώμα δηλώνοντας την αντίσταση ή την επανάσταση απέναντι σε κοινωνικοπολιτικούς συντηρητισμούς.
Σε κάθε περίπτωση, το γυμνό στρέφει δυναμικά την προσοχή μας πάνω του. Έχει αξιοποιηθεί αρκετές φορές ακραία και άλλες νωχελικά – είναι ένας λευκός καμβάς πάνω στον οποίο αποδίδουμε έννοιες και ερμηνείες κατά βούληση. Χιλιάδες σώματα που κάποτε ανακυκλώνονται, κάπως εξαντλούνται, κάπου χρησιμοποιούνται και ως σύμβολα. Όλα μαζί σχηματίζουν έτσι μια στοίβα από γυμνά μέλη που υψώνεται ως τον ουρανό, αντιπροσωπεύοντας κάθε λογής φωνή, από αυτή των ακτιβιστών μέχρι κι εκείνη των… εραστών.
Οι ηθικολογίες οποιασδήποτε φύσης είναι μάλλον βαρετές και μυρίζουν καμφορά. Αν όμως θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, πάνω από όλα απέναντι στα αισθητικά μας κριτήρια, η φωτογραφία ως σκηνοθετική πράξη είναι ενταγμένη ανάμεσα στις κυριότερες τέχνες. Οπότε, στο τέλος των «οπτικών βομβαρδισμών» -είτε απολαυστικών, είτε ενοχλητικών- αποτελεί αναμφισβήτητη αλήθεια πως όλες οι τέχνες είναι συνυφασμένες με αυτό που ονομάζουμε «πνευματικό έρωτα».
Μπορεί άραγε ένας τέτοιου είδους έρωτας να επιδιώκει την πραγμάτωση του μέσα από τη γυμνή πόζα; Τις τελευταίες δεκαετίες, βέβαια, αναφέρεται όσο ποτέ πως η έννοια του έρωτα έχει εκλείψει από όλες τις μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Στη δική μας περίπτωση, ο φωτογράφος της κάθε εποχής επιτελεί ένα δύσκολο έργο. Γνωρίζει πως αδυνατεί να αναπαραστήσει με άνεση μία έννοια αφηρημένη, όπως ο πνευματικός έρωτας. Έτσι, βασίζεται κατά κύριο λόγο στο σώμα, ένα κατεξοχήν κλασικό όργανο, προσπαθώντας να δώσει όψη στην ανεικονική πνευματικότητα του όρου.
Αν λοιπόν το γυμνό σώμα είναι μία από τις βασικές κατευθύνσεις για την έκφραση του «πνευματικού έρωτα» στη φωτογραφία, καταλαβαίνουμε πόσο σημαντική και καθοριστική συνάμα είναι η νοοτροπία του φωτογράφου. Ο τρόπος προσέγγισης της έννοιας αυτής σε σχέση με το γυμνό, υποχρεώνεται να περάσει αρχικά μέσα από την σεξουαλικότητα και κατά δεύτερον μέσα από τον ερωτισμό.
Η σεξουαλικότητα αφορά τη σάρκα: ο φωτογράφος πρέπει να αναγνωρίσει και να συνθέσει προς όφελος του τα στοιχεία που εγείρουν την πρωτόγονη ματιά. Ο ερωτισμός στη συνέχεια, ο οποίος ουδεμία σχέση έχει φυσικά με την πορνογραφία, αποτελεί το μέσον που γεννά γοητεία και θα προκαλέσει την επιθυμία για υπέρβαση.
Το τελευταίο στάδιο, κατά το οποίο το φαινόμενο του πνευματικού έρωτα παίρνει την ιδεατή μορφή του, προϋποθέτει την οριστικό χειρισμό των δύο προηγούμενων συνθηκών. Το σώμα εδώ αποτελεί ότι το βιολί και το δοξάρι στα χέρια ενός καλλιτέχνη που στοχεύει στη δημιουργία ενός πλατωνικού έργου. Ο φωτογράφος ξεκινά την πορεία του από τη φυσική έλξη για να φτάσει στη συχνότητα που εκπέμπει πια ο ανώτερος έρωτας. Την ιδιαίτερη, δηλαδή, ικανότητα ενός ανθρώπου να κατευθύνει την ψυχή του προς υψηλούς πνευματικούς τόπους που συνδέονται με την διαχρονική διάσταση της τέχνης.
Χριστίνα Χανιώτου
Photo Credits: dreama_project on Instagram